- Δημοκήδη
- Δημοκήδηςmasc nom/voc/acc dual (doric aeolic)Δημοκήδηςmasc acc sg (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
δημοκηδῆ — δημοκηδής caring for masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δημοκήδη — δημοκήδης masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
γίλος — (6ος–5ος αι. π.Χ.). Στρατιωτικός από τον Τάραντα. Ο Γ. ήταν εξόριστος στην Ιαπυγία (Απουλία), όταν ελευθέρωσε και έσωσε τους Πέρσες, των οποίων τα πλοία είχαν εξοκείλει στον Κρότωνα. Οι Πέρσες ακολουθούσαν τον Δημοκήδη τον Κροτωνιάτη για να… … Dictionary of Greek
Καλλιφών — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Σάμιος ζωγράφος (6ος αι. π.Χ.). Σύμφωνα με τον Παυσανία, αξιόλογο έργο του ήταν ένας πίνακας στον ναό της Εφεσίας Αρτέμιδος, ο οποίος απεικόνιζε την ομηρική μάχη των Τρώων και των Ελλήνων κοντά στα πλοία των… … Dictionary of Greek